Εισαγωγή
Το
ζήτημα του θανάτου/της απώλειας είναι πολύ σημαντικό, καθώς εστιάζει τόσο σε
ψυχολογικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Άλλωστε την κατάσταση αυτή μπορούμε να
την κατανοήσουμε και μέσα από την κοινωνική ανθρωπολογία. Βιβλία που έχουν
εκδοθεί από τις εκδόσεις Νήσος, εστιάζουν σε αυτό το θέμα πέρα από το
εκπαιδευτικό πλαίσιο, δηλαδή στο πλαίσιο της φυλής και του πολιτισμού. Άλλωστε
στον τρόπο που βιώνουμε τα αισθήματα του θανάτου ή της απώλειας πάνω κάτω δεν
διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό. Ίσως, όμως, ως προς την ένταση και τη διάρκεια αυτών
των συναισθημάτων να διαφέρουμε.
Η
έννοια του θανάτου μπορεί να εξηγηθεί μέσα από διάφορες θεωρίες, όπως την
ψυχαναλυτική θεωρία του Sigmund Freud και της θεωρίας των σταδίων του John
Bowlby (Κρυσταλλίδου, 2013). Η Κρυσταλλίδου αντλώντας στοιχεία από τον Sigmund
Freud υποστηρίζει ότι υπάρχει μια σημαντική διαφορά στον τρόπο έκφρασης της
απώλειας/του θανάτου μεταξύ των ενήλικων και των παιδιών. Αναφορικά με την
πρώτη ομάδα, τους ενήλικες, αυτοί αποφεύγουν να μιλούν για την απώλεια/ το
θάνατο, δηλαδή εμφανίζονται πιο συγκρατημένοι, ενώ η δεύτερη ομάδα, τα παιδιά,
φαίνεται να μην έχουν αναστολές και να διακρίνονται από μια μορφή ενθουσιασμού,
χρησιμοποιώντας το παιχνίδι και το λόγο τους σε εκφράσεις που συνδέονται με την
απώλεια/το θάνατο. Η Λεονταρή το 2008 στηριζόμενη στη διεθνή βιβλιογραφία,
υποστήριξε ότι η ικανότητα του παιδιού με καταλαβαίνει την απώλεια/ τον θάνατο
σχετίζεται με τον χειρισμό του σε ορισμένες αφηρημένες έννοιες, όπως, για
παράδειγμα, το αναπόφευκτο, τη μη αναστρεψιμότητα, την αιτιότητα, την
παγκοσμιότητα και την πτώση των λειτουργιών (Κρυσταλλίδου, 2013, για μια
ανασκόπηση πάνω σε αυτό το θέμα βλ. στο ίδιο και στη σελ. 20).
Ιστορικά
η κατανόηση της έννοιας της απώλειας/του θανάτου από τα παιδιά σε
ερευνητικό επίπεδο αρχίζει από τη δεκαετία του 1930 με έρευνες να γίνονται
συστηματικά μέχρι τη δεκαετία του 1980 (Κρυσταλλίδου, 2013). Μερικά από τα
αποτελέσματα αυτών των παλαιότερων ερευνών έδειξαν ότι η κατανόηση της έννοιας
του θανάτου αποκτάται από τα παιδιά στην ηλικία των 5 και 7 ετών, ενώ η
απόκτηση μιας ώριμης εικόνας της έννοιας του θανάτου ξεκινά από την ηλικία των
10 ετών (Κρυσταλλίδου, 2013).
Σχετικά
με τις αντιδράσεις που βιώνουν τα παιδιά, η Κρυσταλλίδου αντλώντας κάποιες
αναφορές από τη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρει ότι υπάρχουν 8 αντιδράσεις κι
αυτές είναι: (1) κλονισμός και άρνηση, (2) θυμός, (3) ενοχές
και αυτοκατηγορίες, (4) έντονο άγχος και φόβος, (5) διαταραχές
ύπνου, (6) απόσυρση, (7) σωματικές αντιδράσεις/ εκδηλώσεις
και (8) προβλήματα στο σχολείο (Κρυσταλλίδου, 2013). Κάποιες από
αυτές τις αντιδράσεις θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι εντοπίζονται και στους
ενήλικες.
Σχολείο
και αντιμετώπιση του θανάτου/ της απώλειας
Το
σχολείο εκτός από τις δεξιότητες εγγραμματισμού έχει και ως στόχο την
συναισθηματική και κοινωνική ανάπτυξη των μαθητών και μαθητριών. Το σχολείο
βοηθά τους/ τις μαθητές και μαθήτριες να κατανοήσουν τις
πολύπλευρες και πολύπλοκες έννοιες της καθημερινής ζωής, να έρθουν αντιμέτωποι
με διάφορες καταστάσεις και να τις λύσουν. Επίσης, το σχολείο βοηθάει τους
μαθητές και τις μαθήτριες να νοηματοδοτήσουν διάφορες και πολύπλοκες κοινωνικές
καταστάσεις και να δομήσουν την ταυτότητά τους. Άρα, λοιπόν, στόχος του
σχολείου είναι η ολόπλευρη ανάπτυξη των μαθητών και μαθητριών.
Η
αντιμετώπιση μιας τέτοιας σοβαρής κατάστασης απαιτεί την εμπλοκή όλων και όχι
μόνο του/ της εκπαιδευτικού. Για παράδειγμα σημαντική είναι και η συμμετοχή των
ψυχολόγων και των κοινωνικών λειτουργών, αλλά και της οικογένειας. Όταν η
αντιμετώπιση έχει ως σύμμαχους όλους, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι παραπάνω
από απλώς θετικά.
Από
πλευράς μαθητή/μαθήτριας, ο/η εκπαιδευτικός χρειάζεται να έχει ανοικτό πνεύμα,
να δείχνει κατανόηση, να δίνει χρόνο και χώρο για έκφραση, να μη κρίνει τα
αισθήματα των μαθητών/ μαθητριών, να τους παρακινεί να εκφράζονται για τα
αισθήματα που βιώνουν μέσα από διάφορους τρόπους (π.χ. ζωγραφική, μουσική,
χορός, γράψιμο, κ.λπ). Πάνω από όλα ο/η εκπαιδευτικός πρέπει να είναι οπλισμένος/η
με υπομονή και να συζητάει, καθώς και να οργανώνει δραστηριότητες από κοινού με
την οικογένεια, αλλά και τους υπόλοιπους εμπλεκόμενους που εργάζονται σ τη
σχολική μονάδα.
Από
πλευράς εκπαιδευτικού είναι πολύ σημαντικό να εκπαιδεύεται πάνω σε αυτό το θέμα
μέσα από ποιοτικά βιωματικά εργαστήρια, τα οποία θα έχουν και ως
καθοδηγητές/τριες ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς. Με αυτόν τον τρόπο θα
αγγίξει όλες τις πτυχές αυτής της κατάστασης, δηλαδή θα έχει μια πολύπλευρη
κατανόηση και αντίληψη για το θέμα. Από την άλλη, σημαντικό είναι ο/η
εκπαιδευτικός να εκπαιδευτεί βιωματικά και στη χρήση των τεχνών ως μέσο
θεραπείας και έκφρασης σε τέτοιες δύσκολες καταστάσεις. Η τέχνη ως μέσο
έκφρασης όχι μόνο μας βοηθά να εξωτερικεύσουμε αυτά τα αισθήματα που βιώνουμε
εξαιτίας αυτής της κατάστασης, αλλά μας βοηθά να έρθουμε και πιο κοντά με τον
εαυτό μας, να κατανοήσουμε τα αισθήματα μας και να τα αντιμετωπίσουμε, δηλαδή
να μη φτάσουμε στο βαθμό εμείς (εκπαιδευτικοί) ή οι μαθητές/μαθήτριες να
έχουμε/έχουν παθολογικά συναισθήματα, τα οποία με τη σειρά τους θα επηρεάσουν
και την προσωπικότητά μας/τους. Επίσης, η τέχνη μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε
αποτελεσματικά τους φόβους του θανάτου/ της απώλειας που πολλές φορές
δημιουργούμε μέσα μας. Συνεπώς, η ένταξη της τέχνης ως μέσο έκφρασης και
θεραπείας στα σχολεία είναι κάτι πολύ σημαντικό.
Επίλογος-Συμπέρασμα
Η
κατανόηση του θανάτου/της απώλειας είναι, θα λέγαμε, κάτι πολύ δύσκολο και
πολύπλοκο. Χρειάζεται σφαιρική αντιμετώπιση. Η ολιστική αντιμετώπιση δεν
έρχεται εν μια νυκτί. Στην ουσία πρέπει να κατανοήσουμε ότι όλα θέλουν χώρο,
χρόνο, υπομονή, δύναμη και κατανόηση, προκειμένου να έχουμε τα επιθυμητά
αποτελέσματα. Οι άνθρωποι είτε είναι πολύ σημαντικοί, είτε λιγότερο σημαντικοί
πάντα αφήνουν το στίγμα τους στη ζωή μας, καθώς μέσα από την προσωπικότητά τους
και τις πρακτικές τους μας επηρεάζουν πολύ ή λίγο, όπως υποστηρίζει και ο
ελληνοαμερικανός ιατρός κοινωνιολόγος και καθηγητής του
Πανεπιστημίου Yale, Νικόλας Χρηστάκης. Στις ημέρες της πανδημίας του νέου
κορωναϊού απαιτείται μια πιο καλή και στοχευμένη βιωματική εκπαίδευση, ώστε
τόσο οι εκπαιδευτικοί όσο και οι μαθητές/ μαθήτριες να είναι κατάλληλα
προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουν τον θάνατο/την απώλεια ενός πολύ ή λιγότερο
αγαπημένου προσώπου που νοσεί πολύ βαριά από το νέο κορωναϊό που προκαλεί τη
νόσο COVID-19. Δεν θα ήταν κακό να εμπλέξουμε και σε αυτή τη βιωματική
εκπαίδευση και τους γονείς, καθώς μέσω αυτών τα αποτελέσματα θα είναι και πιο
δυνατά. Άρα, λοιπόν, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η εμπλοκή όλων σε μια
τέτοια κατάσταση, αλλά και στα βιωματικά εργαστήρια μας βοηθάει να κατανοήσουμε
και να αντιμετωπίσουμε καλύτερα το θάνατο/ την απώλεια ενός προσώπου, είτε αυτό
αφορά το συγγενικό είτε το σχολικό περιβάλλον.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Κρυσταλλίδου, Ε. (2013). Η
διαχείριση του πένθους των παιδιών στο σχολικό πλαίσιο: Στάσεις και αντιλήψεις
εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αδημοσίευτη Διπλωματική
Εργασία. Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, Ελλάδα.
Κωνσταντίνος Μαντζίκος, Εκπαιδευτικός
Π.Ε.61-Ερευνητής
Σημείωση: Η φωτογραφία ανήκει σε δικαιώματα της Google
και το παρόν κείμενο αποτέλεσε εργασία του συγγραφέα σε μοριοδοτούμενο
επιμορφωτικό σεμινάριο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε! Το σχόλιο σας καταγράφηκε!